Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

 
Να επιτύχει την ανοχή του λαού απέναντι στην πολιτική των ψίχουλων, διογκώνοντας τεχνητά τη σημασία μέτρων που περιλαμβάνονται στο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» επιχείρησε με δηλώσεις της η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, τόσο κατά την παράδοση - παραλαβή του υπουργείου, όσο και με εμφανίσεις σε τηλεοπτικούς σταθμούς.
Αιχμή της επικοινωνιακής τακτικής είναι η εξαγγελία για την «επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ» και η «απόδοση της 13ης σύνταξης, για τους συνταξιούχους κάτω των 700 ευρώ», τα οποία επανέλαβαν πολλές φορές ο νέος υπουργός Εργασίας Π. Σκουρλέτης, αλλά και ο αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων Δ. Στρατούλης, του οποίου ο τομέας ευθύνης υπάγεται πλέον στο υπουργείο Υγείας.
Όμως, την ίδια στιγμή, ο υπουργός Εργασίας εμφανίστηκε να ρίχνει τους τόνους όσον αφορά τον κατώτερο μισθό και  μάλιστα να εξαρτά την εφαρμογή του από μια πολιτική ανταλλαγμάτων προς το κεφάλαιο και τις επιχειρήσεις. Όταν το πρωί ρωτήθηκε στην τηλεόραση του «ΑΝΤ1», αν προβληματίζεται για την αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου στο μέτρο, αν ανησυχεί μήπως η απάντηση από ένα κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου είναι να προχωρήσει σε απολύσεις, απάντησε: «Θα πρέπει να δείτε την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου σε συνδυασμό με μια σειρά άλλα μέτρα τα οποία θα διευκολύνουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων και θα δίνουν ανάσες. Όπως αυτό της ρύθμισης των χρεών προς Ταμεία και εφορίες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι ότι πολλοί επιχειρηματίες δεν έχουν καν ασφαλιστικές ενημερότητες, δεν μπορούν να είναι εντάξει προς τις υποχρεώσεις τους τις υπόλοιπες που είναι πολύ πιο μεγαλύτερες από το κόστος της επαναφοράς σε κάποιους εργαζόμενους που αφορά το συγκεκριμένο μέτρο. Άρα λοιπόν μιλάμε για ταυτόχρονες παρεμβάσεις που κινούνται σε μια λογική συνέργειας».
Με τον ίδιο τρόπο κατά την παραλαβή του υπουργείου από τον πρώην υπουργό Γ. Βρούτση, ο Π. Σκουρλέτης είπε ότι η επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ μεικτά «είναι βασικός στόχος» και άρα είναι ζήτημα προς επίτευξη. Στο ίδιο πλαίσιο υποστήριξε πως «θα επιχειρήσουμε να αποκαταστήσουμε το θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τις αρμοδιότητες του ΟΜΕΔ. Θα επαναφέρουμε τις προστατευτικές νομοθεσίες για το θεσμό των απολύσεων. Καταργείται η επιστράτευση. Θα εξετάσουμε το θέμα των Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εστίας που έχουν κλείσει».
Στην ίδια επικοινωνιακή τακτική κινήθηκε και ο Δ. Στρατούλης, ο οποίος εμφανίστηκε να «καταργεί» τα μέτρα που περιγράφονταν στο «μέιλ Χαρδούβελη», δηλαδή να εμφανίζει ως νομοθετική παρέμβαση «κατάργησης» μέτρων που δεν έχουν νομοθετηθεί. Επιπλέον μίλησε για «τέλος στη μείωση των συντάξεων και τέλος στην αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης», δηλαδή για ό,τι σχεδίαζε η προηγούμενη κυβέρνηση, χωρίς να δεσμεύεται για κατάργηση των υφιστάμενων νομοθετημένων μέτρων που ήδη εφαρμόζονται και τα οποία επέβαλαν χαράτσια στις συντάξεις που αποδίδονται και αυξήσεις στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
Με αυτό το τέχνασμα, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ενώ αφήνει στο απυρόβλητο σχεδόν ολόκληρο το αντεργατικό και αντιασφαλιστικό οικοδόμημα, επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο «καταστροφέας» των μνημονίων. Την ίδια αξία έχουν και γενικές διατυπώσεις του τύπου «σταδιακή αποκατάσταση των συντάξεων», όταν για τα παραπάνω ο ΣΥΡΙΖΑ έχει θέσει ως προϋπόθεση τις αντοχές των δημοσιονομικών (πλεονασματικοί προϋπολογισμοί) και την πορεία της οικονομίας και κυρίως την τήρηση των «ποσοτικών στόχων» των μνημονίων.

Προτείνετε το άρθρο σε .....